Γιώργος Σφακιανάκης

Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2011

Ο ΤΣΙΡΚΑΣ και η Έμμη .


Στο βιβλίο του Μίλτου Πεχλιβάνου < Από τη Λέσχη στις Ακυβέρνητες Πολιτείες , η στίξη της ανάγνωσης > εκτός του ότι είναι μια πολύ σοβαρή μελέτη , υπάρχει και η αλληλογραφία του Στρατή Τσίρκα με φίλους του και διανοούμενους της εποχής  από την Αίγυπτο, την Κύπρο και την Ελλάδα .
Αυτή που μου τράβηξε την προσοχή και με έκανε να  ψάξω και να γράψω αυτό το άρθρο , είναι η επιστολή του  αλεξανδρινού   Νίκου  Παντελίδη γραμμένη στα τέλη του Νοέμβρη του 65 σταλμένη από την Αλεξάνδρεια .

Η  αιγυπτιώτικη διανόηση συνήθιζε να ανταλλάσει επιστολές με κρίσεις επικρίσεις και εγκωμιάστηκα σχόλια και ο καθένας κατέθετε του την γνώμη  εποικοδομητικά .   Γράφει λοιπόν στον φίλο του με αρκετή δόση χιούμορ …..η  μανία σου να γκαστρώνεις της ηρωίδες σου , αφού με κάνεις να τρέχουν τα σάλια μου με μια
Emma ή μια Nancy τις παρουσιάζεις στο τέλος με μια κοιλιά τόση ή με βυζανιάρικα…   Για να δούμε κατ΄αρχή ποιος ήταν ο Νίκος Παντελίδης . Ο Παντελίδης ιδιοκτήτης σαπωνοποιείου ήταν μια ιδιότυπη περίπτωση διανοούμενου της γενιάς του , ο Γιαλουράκης τον χαρακτήρισε ως ο κατεξοχήν ευρωπαίος των αλεξανδρινών γραμμάτων . Για άλλους ο καταλληλότερος χαρακτηρισμός ήταν εκείνος του ΄φροΐδυστή ΄ . Αυτοδίδακτος στα γράμματα αλλά και δια βίου εκπαιδευόμενος , πολύγλωσσος και με ευρύτατη λογοτεχνική και μουσική γνώση . Σε μια επιστολή του γράφει , δεν ξέρω πως κατάφερες να συνδέσεις αυτά τα τρία ανόμοια πράγματα, την σαρκική αγάπη, πλατωνική αγάπη κι ιδεολογική αγάπη, δίνοντας στο καθένα κι ένα τόνο μα το πέρασμα είναι τόσο ομαλό και φυσικό, όσο το πέρασμα της μουσικής. Ανατρέχω στην τριλογία για να βρω τι έκανε τον Παντελίδη να τρέχουν τα σάλια του .
Η Λέσχη αρχίζει με την Έμμη .   Ο ύπνος που ξεκουράζει κα θρέφει αποχωρούσε , και το κορμί  της ριγμένο μπρούμυτα πάνω στο σεντόνι , άραζε  ηδονικά στην αμμουδιά  μιας καινούργιας ζωή…..Φράου Έμμη  με συγχωρείς που σου κάνω την παρατήρηση , αλλά η στάση σου είναι άσεμνη. Η νυχτικιά της είχε μαζευτεί απάνω , ένα τσαλακωμένο θαλασσί  τούλι στη μέση σχεδόν της ράχης . Από το νύχι του ποδιού ως ψηλά , όλα της ήταν άψογα. Μήτε  τρίχα  μήτε σπυράκι.
Μια σάρκα σφιχτή και λεία , σαν από χρυσαφένια πορσελάνη .
…. Αμέσως η Έμμη πήδηξε από το κρεβάτι και κλείδωσε , έβγαλε τη νυχτικιά της και την άφησε να πέσει πάνω στο τρίχινο κιλίμι . Αυτό το αρωματισμένο αεράκι ….Πήρε το καθρεφτάκι  μέσα από την τσάντα της . Τι μαλλιά , τι μάτια , τι δέρμα , είχε πει . Επιδερμίδα καμωμένη από κρέμα του  Γκράμπεν Καφέ .
Πες  μου , της λέει , αυτός με το ψηλό κολάρο που έρχεται και σε παίρνει, αρραβωνιαστήκατε ή ακόμη….Επίμονα , αδιάκριτα ζητούσε να μάθει. Όχι  σπουδαία πράγματα , και τότε έπιασε να της εξηγεί  , ανακατεύοντας  χημεία , βιολογία , και υγιεινή . Για τα άνθη της νεότητας . Και πια σχέση έχουν οι ορμόνες με ένα ωραίο γυναικείο δέρμα …..Την άφησα να γδυθεί πριν σβήσω  το φως όπως μου είπε . Μόλις την άγγιξα , άρχισε να βγάζει μικρές κραυγές . Της  βούλωσα το στόμα με την φούχτα και ρίχτηκα, δίχως να κάνω το σταυρό μου στην άγρια θάλασσα . Την ένιωθα να σπαρταράει σύγκορμη σ΄ απανωτά κύματα, να φωνάζει πνιχτά μέσα στη φούχτα μου και να τη δαγκώνει , όχι, έλεγα , τούτη είναι της άδολης τέχνης , κάνει έρωτα για τον έρωτα .Έφτασε η λύτρωση σαν καταιγίδα , με καλέσματα γλάρων κι αστραπές βιαστικοί  αγέρηδες κατέβαζαν μυρωδιές  από έλατα σκαρφαλωμένα ψηλά , κι από τριανταφυλλώνες και πλατάνια και νεραντζιές Τούτος ο ήλιος τούτο το φως απάνω στα σεντόνια καίει τα βλέφαρα
Μόνο τα μενεξελιά μάτια της να κοιτάξτε και θ΄ακούσετε να τραγουδούν οι γρύλοι.    Ήταν και μια πρόφαση για ν΄αγγίξει με τα λυτά μαλλιά της τον συνοφρυωμένο άντρα που καθόταν στα πόδια της .
….Ήταν η Έμμη, όπως δεν την είχα δει, όπως δε θα την ξαναδώ ποτέ.
Ορθή , τέλεια , με διπλωμένο το ένα γόνατο πάνω στην άκρη του κρεβατιού , να περνάει ένα πεσκιράκι στη λαστιχένια σάρκα της και να σκουπίζει τον ιδρώτα . Στα κατακόκκινα χείλια της ήταν ένα χαμόγελο αλλόκοτο , σχεδόν διαβολικό , και τα μελένια μάτια της , δυο  φορές πιο μεγάλα , ήταν καρφωμένα πάνω του. Πριν , ο έρωτας της για τον Μάνο δυνάστευε κάθε στιγμή της ,τη γέμιζε όλο έξαρση και ταραχή, μα βγήκε από τη ζωή της μονομιάς.
Δεν καταλαβαίνεις πως η αγωνία του πολέμου ερεθίζει αφάνταστα την ευαισθησία μας. Ένας κόμπος μου έφραξε το λαιμό , δεν έβγαινε λέξη.
…...Άπλωσε το χέρι κι απαλά περπάτησε τις άκρες από τα δάχτυλα της πάνω στα χείλη μου. Ποτέ άλλο ζευγάρι δε θα μπορούσε να γνωρίσει τα μυστικά που γνωρίσαμε. Ηδονή και πόθος ανάβλυζαν από το κορμί σου ελεύθερα , ασταμάτητα , πίδακας που ανασταίνουν από τον ίδιο του τον θάνατο.
Στο τέλος η Έμμη μένει έγκυος , ο Μάνος είναι στο Ελ Αλαμέιν και του στέλνει γράμμα . Γιατί , αφού σου είπα πως δεν ήμουν παρά μια επιπόλαιη κι ανεύθυνη Βιεννέζα , μια ξεχασμένη από την τριφηλή  εποχή  του Φραγκίσκου Ιωσήφ , τόσο άστατη τόσο φιλάρεσκη  , τόσο ανίκανη να αντισταθεί και στο παραμικρό ψιθύρισμα πόθου οποιουδήποτε άντρα , γιατί με ανέβασες σένα βάθρο που δεν σου ζήτησα, γιατί μου φόρτωσες να σηκώνω την ευθύνη για τα σβησμένα , τα μελαγχολικά σου μάτια . Ω, Μάνο, αγάπη μου όταν σκέφτομαι τις χαρές που με περιμένουν μ’αυτό το παιδί , μου έρχεται να σηκωθώ και να χορέψω.
Ο σαρκικός έρωτας της Έμμης , δεν ολοκληρώθηκε με την ένωση της με τον Μάνο αλλά με την μητρότητα , αυτό είναι εφικτό σύμφωνα με την< ψυχολογία της γυναίκας > της Helen Deutsh , γράφει ο Παντελίδης .  Από άλλες επιστολές διαπιστώνουμε ότι και άλλοι φίλοι του συγγραφέα  ερωτεύθηκαν την Έμμη , ο Παντελίδης δε , του είχε επικρίνει την μετάλλαξη της Έμμη από γάτα σε παραμάνα  , από όμορφο αιλουροειδές σε κατοικίδιο μηρυκαστικό , δεν την ήθελε γκαστρωμένη , ψυχαναλυτικά ζήλευε τον εραστή της όπως του απάντησε χιουμοριστικά ο Τσίρκας με φροΐδυκούς όρους .



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου